Οι χώρες του πλανήτη έχουν κάτι κοινό. Εχουν χρέη. Το σύνολο του
παγκόσμιου δημόσιου χρέους ξεπερνά το ιλιγγιώδες ποσό των 40
τρισεκατομμυρίων δολαρίων (1 τρισεκατομμύριο είναι 1000
δισεκατομμύρια). Σε ποιους χρωστούν όμως; Η απάντηση μπορεί να
απλοποιηθεί ως εξής: Όλοι σε όλους. Η συσσώρευση τεράστιων χρεών σε
συνδυασμό με τη δυσανάλογα αναιμική οικονομική ανάπτυξη στη νότια
Ευρώπη οδήγησαν στην κρίση χρέους που αντιμετωπίζουμε σήμερα.

Γιατί αναλαμβάνουμε χρέη;
Τα κυρίαρχα κράτη πρωτίστως δανείζονται για να δημιουργήσουν
ανάπτυξη. Με άλλα λόγια δανείζονται χρήματα από τις διεθνείς
χρηματαγορές, για να επενδύσουν σε δημόσιες υποδομές, γνώση και
τεχνογνωσία. Δημιουργούν έτσι τις προϋποθέσεις για την αύξηση του
Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ), με προφανή οφέλη για το βιοτικό
επίπεδο των πολιτών. Επίσης, τα κράτη δανείζονται για να καλύψουν
υπέρογκες εξοπλιστικές ανάγκες ενός πολέμου ή ενός σκηνικού
παρατεταμένης έντασης (βλέπε το παράδειγμα Ελλάδας-Τουρκίας).

Σε ευθεία αναλογία με το μέγεθος τις κρίσης χρέους που
αντιμετωπίζουν πολλά κράτη της ευρωζώνης υπάρχει το ακόλουθο ιστορικό
παράδειγμα. Μετά το δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο το δημόσιο χρέος των
Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής (ΗΠΑ) έφτανε το 120% του ΑΕΠ. Μέσα
από ένα τεράστιο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων οι ΗΠΑ δημιούργησαν,
μεταξύ άλλων, ένα εκτεταμένο δίκτυο μεταφορών, επένδυσαν στην
εκπαίδευση, στην έρευνα και στην τεχνολογία, με αποτέλεσμα μόλις 30
χρόνια μετά (το 1970) το χρέος να έχει πέσει στο 40% του ΑΕΠ και οι ΗΠΑ
να έχουν αναλάβει την τεχνολογική πρωτοπορία, στην οποία και βρίσκονται
μέχρι σήμερα.

Γενικός κανόνας για το χρέος
Κάποιος θα μπορούσε να παρατηρήσει πως η συνταγή του χρέους δεν
μπορεί να αποδώσει σε βάθος χρόνου. Σε τελική ανάλυση, δεν μπορεί ένα
κράτος σταθερά να ξοδεύει παραπάνω από ό,τι κερδίζει. Ωστόσο, ό,τι ισχύει
για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις δεν έχει απαραίτητα εφαρμογή και
στο επίπεδο ολόκληρων κρατών.

Υπάρχει ένας γενικός κανόνας που μπορούμε να έχουμε στο μυαλό μας
όταν αναφερόμαστε στο χρέος. Ένα κράτος έχει τη δυνατότητα να
αναλαμβάνει νέα χρέη, λ.χ. ύψους 4% του υπάρχοντος χρέους, όταν ο
ρυθμός ανάπτυξής του είναι 4%. Σε αυτή την περίπτωση το χρέος (πάντα ως
ποσοστό του ΑΕΠ) παραμένει σταθερό. Εάν ο ρυθμός ανάπτυξης είναι
μικρότερος από 4%, τότε αυτό οδηγεί στην αύξηση του χρέους. Ο παραπάνω
κανόνας μάς δείχνει πόσο σημαντική είναι η επιδίωξη της ανάπτυξης για
την τιθάσευση του δημόσιου χρέους.

Γίνεται, έτσι, κατανοητό πως υπάρχουν τρεις τρόποι να μειωθεί το
χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ:
α) Να μειωθεί το έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού σε τέτοιο
βαθμό, ώστε οι δανειακές ανάγκες, ως ποσοστό του χρέους, να είναι
χαμηλότερες από την ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας.
β) Να αυξηθεί ο ρυθμός ανάπτυξης σε επίπεδα μεγαλύτερα από τις
δανειακές ανάγκες, όπως αυτές εκφράζονται ως ποσοστό του χρέους.
γ) Ο συνδυασμός των παραπάνω.

Οι πιέσεις των αγορών
Οι αγορές είναι μονίμως «ανυπόμονες», διότι σκέφτονται με όρους
μηνιαίων και τριμηνιαίων αποτελεσμάτων. Από την άλλη μεριά, τα κράτη
οφείλουν να έχουν μακροχρόνιο προγραμματισμό όσον αφορά τους
αναπτυξιακούς τους σχεδιασμούς.

Τα κυρίαρχα κράτη, σε αντίθεση με τα νοικοκυριά ή τις επιχειρήσεις,
μπορούν να τροποποιούν την πολιτική τους ατζέντα, αλλάζοντας τις
προτεραιότητες των δαπανών για τις υποδομές, τη μόρφωση, την έρευνα
κ.ά., επηρεάζοντας άμεσα το οικονομικό αποτέλεσμα. Με άλλα λόγια
δημιουργούν ανάπτυξη. Τα κράτη που περικόπτουν τους μισθούς και τις
συντάξεις, δε κατασκευάζουν νέους δρόμους και δεν επισκευάζουν τους
παλιούς, μπλοκάρουν υγιείς επενδύσεις με ανούσια γραφειοκρατικά εμπόδια
και υψηλούς φόρους, δεν μπορούν να ελπίζουν σε υψηλούς ρυθμούς
οικονομικής ανάπτυξης.

Αυτή η διάσταση στη χρηματοοικονομική προσέγγιση δημιουργεί
μεγάλες πιέσεις προς τα κράτη στην κατεύθυνση της άμεσης μείωσης των
ελλειμμάτων μέσω της μείωσης δαπανών και της αύξησης των έμμεσων και
άμεσων φόρων. Παραμελείται, όμως, η ανάπτυξη, η οποία από τη φύση της
είναι μια μακρά και επίπονη διαδικασία.

Η σημασία της ανάπτυξης
Είναι, λοιπόν, μερικές φορές χρήσιμο να αναλαμβάνουμε χρέη.
Μάλιστα, χωρίς χρέη, το παγκόσμιο χρηματοοικονομικό σύστημα δε θα
μπορούσε να υπάρξει! Όταν ένα κράτος επιθυμεί να ενισχύσει τις
αναπτυξιακές του προοπτικές δανείζεται χρήματα. Δάνεια που μπορεί να
αποπληρώσει με τα προσδοκώμενα έσοδα μιας αναπτυσσόμενης οικονομίας.

Η εναλλακτική λύση θα ήταν να προχωρήσει σε αύξηση της φορολογίας ή να
μειώσει κοινωνικές παροχές, πρακτικές που επιδρούν αρνητικά στην
αγοραστική δύναμη των πολιτών και μειώνουν την κοινωνική συνοχή.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, η μνημονιακή πολιτική, που
ακολούθησε τις πιέσεις των δανειστών μας, αποδείχθηκε εξαιρετικά
κοντόφθαλμη. Στραγγάλισε την αγορά και ενίσχυσε την ύφεση. Ακόμη και
αν, με αυτόν τον τρόπο, επιτευχθεί τελικά η πολυπόθητη εξυγίανση της
οικονομίας, το βιοτικό επίπεδο των πολιτών θα έχει μειωθεί δραματικά.

Μια εκλογικευμένη στρατηγική ανάκαμψης της οικονομίας οφείλει να
δίνει σημασία τόσο στην ανάπτυξη, όσο και στη μείωση των ελλειμμάτων.
Με την ύφεση να αγγίζει το 6% στο τέλος του 2011, δεν απομένει στη Χώρα
μας τίποτα λιγότερο από τη «φυγή προς τα εμπρός». Είναι απαραίτητο να
επιτύχουμε την ανάπτυξη της οικονομία μας με κάθε τρόπο. Με μείωση της
φορολογίας. Με ιδιωτικοποιήσεις. Με Άμεσες Ξένες Επενδύσεις.
Επιβάλλεται, επίσης, η επαναδιαπραγμάτευση με τους δανειστές μας. Ακόμη
και την ύστατη ώρα, υπάρχει χρόνος για την αντιστροφή του κλίματος για
την Ελλάδα.

ΠΗΓΕΣ

Pin It on Pinterest