από τη Δέσποινα Δημότση
Λέμε συχνά ότι ο χρόνος «ρέει», «κυλά» και «φεύγει», χωρίς ποτέ να προσδιορίζουμε επακριβώς τι είδους «πράγμα» είναι αυτό που κυλά και φεύγει ασταμάτητα ή, τουλάχιστον, ποιος ή πώς μπορεί κανείς να μετρά την αδιάκοπη ροή του. Αναμφίβολα, ο «χρόνος» αποτελεί το πιο σκοτεινό και άπιαστο αντικείμενο της ανθρώπινης σκέψης (φυσικής και μεταφυσικής): πρόκειται για κάτι που υπάρχει «πραγματικά» ή, αντίθετα, είναι ένας βολικός τρόπος να «μετράμε» ό,τι συνεχώς μεταβάλλεται και παρέρχεται γύρω από εμάς και μέσα μας; Αραγε, θα συνεχίσει να κυλά αιωνίως, αδιαφορώντας για τις αδυναμίες και τις αγωνίες των ανθρώπων, ή κάποτε θα «τελειώσει», επαναφέροντας στο μηδέν το Σύμπαν και τους κατοίκους του;
Ο χρόνος στην ουσία είναι μία «εφεύρεση» του ανθρώπου, μια ψευδαίσθηση δηλαδή, διότι στην ουσία ο χρόνος είναι ένα σύνολο στιγμών που ζούμε την συγκεκριμένη χρονική στιγμή και φυσικά είναι το πολυτιμότερο αγαθό. Φημολογείται πως : ευρισκόμενος στα πρόθυρα του θανάτου, ο Μέγας Αλέξανδρος συγκάλεσε τους στρατηγούς του και τους κοινοποίησε τις τρεις τελευταίες επιθυμίες του :
1) Να μεταφερθεί το φέρετρό του στους ώμους από τους καλύτερους γιατρούς της εποχής.
2) Τους θησαυρούς που είχε αποκτήσει (ασήμι, χρυσάφι, πολύτιμους λίθους) να τους σκορπίσουν σε όλη τη διαδρομή μέχρι τον τάφο του.
3) Τα χέρια του να μείνουν να λικνίζονται στον αέρα, έξω από το φέρετρο, σε θέα . Ένας από τους στρατηγούς, έκπληκτος από τις ασυνήθιστες επιθυμίες, ρώτησε τον Αλέξανδρο ποιοι ήταν οι λόγοι.
Ο Αλέξανδρος του εξήγησε:
1) Θέλω οι πιο διαπρεπείς γιατροί να σηκώσουν το φέρετρό μου, για να μπορούν να δείξουν με αυτό τρόπο ότι ούτε εκείνοι δεν έχουν, μπροστά στο θάνατο, τη δύναμη να θεραπεύουν.
2) Θέλω το έδαφος να καλυφθεί από τους θησαυρούς μου, για να μπορούν να βλέπουν ότι τα αγαθά που αποκτούμε εδώ, εδώ παραμένουν!
3) Θέλω τα χέρια μου να αιωρούνται στον αέρα, για να μπορούν οι άνθρωποι να βλέπουν ότι ερχόμαστε με τα χέρια άδεια και με τα χέρια άδεια φεύγουμε, όταν τελειώσει για εμάς ο πιο πολύτιμος θησαυρός που είναι ο χρόνος!”
Λέγεται ότι όταν ρώτησαν τον Αϊνστάιν «τι είναι ο χρόνος;», αυτός απάντησε χωρίς περιστροφές: «Ο,τι μετράνε τα ρολόγια μας», για να μας δώσει να καταλάβουμε ότι ο χρόνος είναι κάτι που δεν μπορεί να συλληφθεί. «Διότι τούτο είναι ο χρόνος, το αριθμήσιμο ποσό (αριθμός) της κίνησης στη διάρκειά της από ένα πρότερο σε ένα ύστερο» λέει ο Αριστοτέλης δηλαδή το μετρήσιμο μαθηματικό μέγεθος έχει το ακριβές φυσικό νόημα που καταγράφεται στις ενδείξεις των ρολογιών και των ημερολογίων μας! Κατά τον Πλάτωνα : «Ο χρόνος λοιπόν γεννήθηκε μαζί με τον ουρανό· και αφού γεννήθηκαν μαζί, θα διαλυθούν μαζί, αν βέβαια χρειαστεί ποτέ να διαλυθούν». Γι αυτό και ως απώτερη ανάλυση ορίζεται με την έννοια του «χωροχρόνου», για να μπορούν να συνδυαστούν οι έννοιες του χρόνου αλλά και του «χώρου» (όπως ορίζεται στη φυσική).
Καταλήγουμε μετά τα παραπάνω στο ότι ο χρόνος είναι ο πιο πολύτιμος θησαυρός που έχουμε, γιατί είναι περιορισμένος. Μπορούμε να δημιουργήσουμε χρήμα, αλλά όχι περισσότερο χρόνο. Όταν αφιερώνουμε χρόνο σε ένα πρόσωπο, του παραχωρούμε ένα μέρος από τη ζωή μας που ποτέ δεν θα μπορέσουμε να αναπληρώσουμε, διότι ο χρόνος δεν γυρίζει ποτέ πίσω. Ο χρόνος είναι η ζωή μας. Το καλύτερο δώρο που μπορείς να δώσεις σε κάποιον, λοιπόν, είναι ο χρόνος σου !!!
Πηγές
Αριστοτέλη «Φυσικά», Πλάτωνος «Τίμαιος»
Δημοσιεύθηκε στην Αργολική Ανάπτυξη στις 5/7/2012 Αρ. Φ. 622 και στο blog της Δέσποινας Δημότση http://enimerwsi.wordpress.com/